H Ανάληψη της Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκ μέρους της χώρας μας έχει προκαλέσει αρκετά σχόλια κακόγουστα και χοντροκομμένα εις βάρος μας από διάφορα σημεία της Ευρώπης. Τα σχόλια αυτά ακολουθούν κατά κάποιο τρόπο τη νοοτροπία που διέπει γενικότερα την αντιμετώπιση του τόπου μας από τις ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία αυτά χρόνια, όταν η οικονομική μας κρίση, και κυρίως η άστοχη πολιτική, μας υπέβαλαν στη δοκιμασία στενής οικονομικής εξάρτησης από την Ευρώπη. Ένα πνεύμα συγκατάβασης, εναλλασσόμενο με απειλές, αυστηρές υποδείξεις, πολύ συχνά μη εφαρμόσιμες, κάποιοι έπαινοι, ανάλογα κάθε φορά με τις ειδικές συνθήκες και τα συμφέροντα, έχουν μειώσει το κύρος μας θυμίζοντας τη σχέση αυστηρού δασκάλου με ενοχλητικό μαθητή.
Για τον χαρακτήρα της σχέσης αυτής στη σημερινή συγκυρία, θα ήθελα να απομονώσω και να σχολιάσω μόνο τον ρόλο που θα έπρεπε να παίξει ένας παράγοντας πρωταρχικής σημασίας: ο πολιτισμικός.
Φοβάμαι πως τον παράγοντα αυτόν τον έχουν ξεχάσει και οι δύο πλευρές. Από την πλευρά μας υπάρχει δυστυχώς σήμερα η αντιμετώπιση του πολιτισμού ως πολυτέλεια περιττή με περιεχόμενο εν πολλοίς άγνωστο στην μεγάλη πλειονότητα των ελλήνων πολιτικών που συχνά τον ταυτίζουν με έναν απαράδεκτο «καλλιτεχνικό» λαϊκισμό. Δεν είναι επομένως δυνατόν να γίνει αντιληπτό ότι ο παράγοντας αυτός είναι το ισχυρότερο όπλο μας.
Αν είχαμε ως κράτος πραγματική συναίσθηση της ποιότητας και του βαθμού προσφοράς του πολιτισμού μας, θα έπρεπε να κινούμεθα απέναντι των υπόλοιπων Ευρωπαίων –ανεξάρτητα από δυσκολίες και κρίσεις, που άλλωστε δεν είναι μόνο ελληνικές– με την αξιοπρέπεια και το κύρος ενός λαού που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού, για τον οποίο επαίρονται οι κάτοικοι της Ηπείρου αυτής, που, ας μη ξεχνάμε, και το όνομά της το πήρε από τη γνωστή ηρωΐδα της ελληνικής μυθολογίας, Ευρώπη.
Όπως είναι γνωστό στην περίοδο της Αναγέννησης ο ευρωπαϊκός πολιτισμός πήρε τον ανθρωποκεντρικό του χαρακτήρα με πρότυπο τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τον οποίο μελέτησε με υπέρτατο ζήλο, με πάθος θα έλεγα και αφομοίωσε, όσο βέβαια, του ήταν δυνατόν.
Άμεσα δείγματα του πολιτισμού αυτού έχουν αποκτήσει στους νεότερους χρόνους κατά κάποιο διαφορετικό τρόπο οι ευρωπαϊκές χώρες. Ίσως η ξενάγηση στα μουσεία –τα όχι κλειστά και χωρίς φύλακες αλλά με την πληρέστερη όψη που θα έπρεπε να έχουν αυτή τη στιγμή– θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία κάποιων έντεχνων υπαινιγμών για τον δεσμό που τα συνδέουν με τα δικά τους μουσεία, αφού και εκείνα βρίθουν από ελληνικά έργα: το μουσείο του Βερολίνου, η γλυπτοθήκη του Μονάχου, το μουσείο της Δρέσδης, του Βατικανού, το Λούβρο, με κάποιο πικρό σχόλιο για το Βρετανικό Μουσείο. Ίσως ο υπαινιγμός αυτός τους προκαλούσε κάποια σκιώδη αισθήματα αμηχανίας και προβληματισμού.
Έχουν περάσει, βέβαια, πάρα πολλά χρόνια για να θυμούνται πως απόκτησαν τους θησαυρούς αυτούς τα μουσεία τους. Πιθανόν να έχουν πληροφορηθεί την τότε υποστηριζόμενη από πολλούς άποψη ότι αυτοί που απέσπασαν από την ελληνική γη τις αρχαιότητες το έκαμαν για να τις γλυτώσουν από τον βάρβαρο κατακτητή, αλλά και από τον «απληροφόρητο», πλέον, ελληνικό λαό που, ύστερα από αιώνες δουλείας, δεν ήταν σε θέση να τις εκτιμήσει.
«Πληροφορημένος» λοιπόν ήταν ο βενετός στρατηγός Μοροζίνης που πολιορκώντας τους Τούρκους το 1687 βομβάρδισε χωρίς ενδοιασμό τον Βράχο της Ακρόπολης με αποτέλεσμα μία βόμβα να αναφλέξει την αποθηκευμένη στον Παρθενώνα πυρίτιδα και να καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος του ναού, αλλά και που συνέχισε την εγκληματική καταστροφή συντρίβοντας τα γλυπτά του δυτικού αετώματος του ναού στην προσπάθεια να τα αποσπάσει για να τα μεταφέρει ως λάφυρα στη Βενετία.
«Πληροφορημένος» ήταν και ο Έλγιν που ολοκλήρωσε το έργο της καταστροφής σε βάρος του παγκόσμιου πολιτισμού.
«Πληροφορημένοι» και οι επηρμένοι Βρετανοί που κομπάζουν για τους θησαυρούς που από το φως του αττικού ουρανού κατέληξαν στην υγρή μελαγχολία του μουσείου τους και το έκαμαν διάσημο.
«Απληροφόρητοι» όμως ήταν οι Έλληνες, που, πολεμώντας για την ανεξαρτησία τους εναντίον των Τούρκων, εφοδίαζαν με σφαίρες τον πολιορκούμενο στην Ακρόπολη εχθρό από φόβο μήπως ο τελευταίος τελειώσει τις προμήθειες του φονικού υλικού και διαλύσει ό,τι είχε μείνει από τον Παρθενώνα ελπίζοντας να βρει μέταλλο για να εξασφαλίσει τη συνέχεια του αγώνα του.
Μία ξενάγηση στην Ακρόπολη, κάθε φορά που βρίσκονται εδώ διαφορετικές περιπτώσεις από την ποικιλία των «προστατών» μας, με την πληροφόρηση των περιπετειών του ναού, σύντομη, αντικειμενική και με την λιτότητα που επιβάλλει πάντα η βαρύτητα των γεγονότων ίσως θα μπορούσε να προκαλέσει τουλάχιστον κάποια αναθεώρηση ύφους στην επώδυνη συνεργασία μας.
η υπογράφουσα
Έλλη Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου
Ομότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου
πηγή: alfavita
Για τον χαρακτήρα της σχέσης αυτής στη σημερινή συγκυρία, θα ήθελα να απομονώσω και να σχολιάσω μόνο τον ρόλο που θα έπρεπε να παίξει ένας παράγοντας πρωταρχικής σημασίας: ο πολιτισμικός.
Φοβάμαι πως τον παράγοντα αυτόν τον έχουν ξεχάσει και οι δύο πλευρές. Από την πλευρά μας υπάρχει δυστυχώς σήμερα η αντιμετώπιση του πολιτισμού ως πολυτέλεια περιττή με περιεχόμενο εν πολλοίς άγνωστο στην μεγάλη πλειονότητα των ελλήνων πολιτικών που συχνά τον ταυτίζουν με έναν απαράδεκτο «καλλιτεχνικό» λαϊκισμό. Δεν είναι επομένως δυνατόν να γίνει αντιληπτό ότι ο παράγοντας αυτός είναι το ισχυρότερο όπλο μας.
Αν είχαμε ως κράτος πραγματική συναίσθηση της ποιότητας και του βαθμού προσφοράς του πολιτισμού μας, θα έπρεπε να κινούμεθα απέναντι των υπόλοιπων Ευρωπαίων –ανεξάρτητα από δυσκολίες και κρίσεις, που άλλωστε δεν είναι μόνο ελληνικές– με την αξιοπρέπεια και το κύρος ενός λαού που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού, για τον οποίο επαίρονται οι κάτοικοι της Ηπείρου αυτής, που, ας μη ξεχνάμε, και το όνομά της το πήρε από τη γνωστή ηρωΐδα της ελληνικής μυθολογίας, Ευρώπη.
Όπως είναι γνωστό στην περίοδο της Αναγέννησης ο ευρωπαϊκός πολιτισμός πήρε τον ανθρωποκεντρικό του χαρακτήρα με πρότυπο τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τον οποίο μελέτησε με υπέρτατο ζήλο, με πάθος θα έλεγα και αφομοίωσε, όσο βέβαια, του ήταν δυνατόν.
Άμεσα δείγματα του πολιτισμού αυτού έχουν αποκτήσει στους νεότερους χρόνους κατά κάποιο διαφορετικό τρόπο οι ευρωπαϊκές χώρες. Ίσως η ξενάγηση στα μουσεία –τα όχι κλειστά και χωρίς φύλακες αλλά με την πληρέστερη όψη που θα έπρεπε να έχουν αυτή τη στιγμή– θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία κάποιων έντεχνων υπαινιγμών για τον δεσμό που τα συνδέουν με τα δικά τους μουσεία, αφού και εκείνα βρίθουν από ελληνικά έργα: το μουσείο του Βερολίνου, η γλυπτοθήκη του Μονάχου, το μουσείο της Δρέσδης, του Βατικανού, το Λούβρο, με κάποιο πικρό σχόλιο για το Βρετανικό Μουσείο. Ίσως ο υπαινιγμός αυτός τους προκαλούσε κάποια σκιώδη αισθήματα αμηχανίας και προβληματισμού.
Έχουν περάσει, βέβαια, πάρα πολλά χρόνια για να θυμούνται πως απόκτησαν τους θησαυρούς αυτούς τα μουσεία τους. Πιθανόν να έχουν πληροφορηθεί την τότε υποστηριζόμενη από πολλούς άποψη ότι αυτοί που απέσπασαν από την ελληνική γη τις αρχαιότητες το έκαμαν για να τις γλυτώσουν από τον βάρβαρο κατακτητή, αλλά και από τον «απληροφόρητο», πλέον, ελληνικό λαό που, ύστερα από αιώνες δουλείας, δεν ήταν σε θέση να τις εκτιμήσει.
«Πληροφορημένος» λοιπόν ήταν ο βενετός στρατηγός Μοροζίνης που πολιορκώντας τους Τούρκους το 1687 βομβάρδισε χωρίς ενδοιασμό τον Βράχο της Ακρόπολης με αποτέλεσμα μία βόμβα να αναφλέξει την αποθηκευμένη στον Παρθενώνα πυρίτιδα και να καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος του ναού, αλλά και που συνέχισε την εγκληματική καταστροφή συντρίβοντας τα γλυπτά του δυτικού αετώματος του ναού στην προσπάθεια να τα αποσπάσει για να τα μεταφέρει ως λάφυρα στη Βενετία.
«Πληροφορημένος» ήταν και ο Έλγιν που ολοκλήρωσε το έργο της καταστροφής σε βάρος του παγκόσμιου πολιτισμού.
«Πληροφορημένοι» και οι επηρμένοι Βρετανοί που κομπάζουν για τους θησαυρούς που από το φως του αττικού ουρανού κατέληξαν στην υγρή μελαγχολία του μουσείου τους και το έκαμαν διάσημο.
«Απληροφόρητοι» όμως ήταν οι Έλληνες, που, πολεμώντας για την ανεξαρτησία τους εναντίον των Τούρκων, εφοδίαζαν με σφαίρες τον πολιορκούμενο στην Ακρόπολη εχθρό από φόβο μήπως ο τελευταίος τελειώσει τις προμήθειες του φονικού υλικού και διαλύσει ό,τι είχε μείνει από τον Παρθενώνα ελπίζοντας να βρει μέταλλο για να εξασφαλίσει τη συνέχεια του αγώνα του.
Μία ξενάγηση στην Ακρόπολη, κάθε φορά που βρίσκονται εδώ διαφορετικές περιπτώσεις από την ποικιλία των «προστατών» μας, με την πληροφόρηση των περιπετειών του ναού, σύντομη, αντικειμενική και με την λιτότητα που επιβάλλει πάντα η βαρύτητα των γεγονότων ίσως θα μπορούσε να προκαλέσει τουλάχιστον κάποια αναθεώρηση ύφους στην επώδυνη συνεργασία μας.
η υπογράφουσα
Έλλη Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου
Ομότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου
πηγή: alfavita
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου